Κυριακή 30 Οκτωβρίου 2011

Νύχτα Τρόμου...


   Το'χω πει. Δεν μπορώ τη μοναξιά τελευταία. Βγαίνει μια σχιζοφρενική μαυρίλα από μέσα μου. Ειδικά αν λίγο πριν έχω διαβάσει και ακούσει τα πάνδεινα. Ναι, για το χάλι μας το κατράμι λέω. ΟΛΑ τα σενάρια καταστροφής. Ούτε ένα δε μου ξέφυγε. Γίνεται να μη γυρίσει ανάποδα το ρημάδι το ελαττωματικό μου κύτταρο ; Εμ, δεν γίνεται να κάτσει σταθερό σε μια γωνιά του κροταφικού μου λοβού, μου ρίχνει σφαλιάρες και ζητά επιμόνως να πάρει τους δρόμους. Ή ψάχνει εναλλακτικές λύσεις επιβίωσης και μου τις ανακοινώνει με θράσος καταφέρνοντας να μου σηκώσει  καμπούρα και ουρά σαν σκασμένη γάτα μπροστά σε σκύλο  που δεν έχει ιδέα από τρόπους καλής συμπεριφοράς.

   Μια τέτοια βραδιά ήταν και η χθεσινή. Είχε κεφάκια πάλι κι έστηνε τα δικά του ολοκληρωμένα σενάρια, τι θα γίνει, πως θα γίνει και πως θα ανταπεξέλθουμε. Κι εγώ κι αυτό. Λες και δεν έχει ακόμη καταλάβει οτι θα ήθελα πάρα πολύ να ήταν από εκείνα τα τυχερά που ψοφούν και δε ξαναγεννιούνται. Στο πυρ το εξώτερον! Ριζωμένο καλά πάνω μου, επιμένει. Συγκεκριμένα μέσα μου. Αδίκως να το αγνοώ επιδεικτικά. Δε με αγνοεί εκείνο. Κάπως έτσι αρχίζουν τα δράματα.

Σενάριο πρώτο: "Να μονάσεις!"
   Οκ, δεν μπορώ να πώ! Δε θα πεινάσω σίγουρα! Άσε που δε θα με ψάξει και κανείς μέσα σ'ένα τέτοιο λαγούμι να μου γυρεύει ο,τι δεν θα έχω πληρώσει. Και τα μαύρα μου πάνε. Με κόβουν λίγο στην περιφέρεια. Για τα μαύρα ράσα δεν ορκίζομαι. Με τίποτα πάντως δε μου πάει το άλλο αξεσουάρ, το συνεχόμενο φρύδι της Φρίντα Κάλο. Το ουρλιάζει κι ο καθρέπτης μου. Ούτε και τη μουσική υπόκρουση αντέχω. Απολυτίκια, προσευχες, δεήσεις και πατερημά. Δεν καταλαβαίνω λέξη. Μεταξύ μας, δε με ξετρελλαίνει κι ο ρυθμός. Έπειτα είμαι και λιγάκι Ζορμπάς σαν καθώς πρέπει ελληνίδα. Θα φάω, θα πιω, θα καπνίσω και θα χορέψω όποτε μου κάνει κέφι. Δεν κόβονται αυτά τα πράγματα. Να κλειστώ στους τέσσερις μαντρότοιχους; Α,πα,πα! Εδώ δεν μπορώ να κλειστώ στο σπίτι μου μια μέρα! Θα κλειστώ σε ξένο; Δεν είμαι και καλός άνθρωπος, στο'πα; Μου μπαίνουν  σατανικές σκέψεις πότε-πότε (Old Lady-12 points!) συνεπώς αυτόματα απορρίπτομαι. Ας αγιάσουν άλλοι. Περιορίζομαι στο χρέος μου λοιπόν - κι αυτό με το ζόρι: γάμοι, βαφτίσεις, κηδείες άντε και κανα Πάσχα άμα έχω τρελλά κέφια. Μέχρι εκεί. Παραπέρα δεν πάει. Δεν ταιριάζει η ιδεολογία μας βρε παιδί μου. Τέλος.


Σενάριο δεύτερο: "Να πάρεις τα βουνά!"
   Ωραία, να τα πάρω! Και; Πού θα σταματήσω; Ή θα βρω ένα βουνό -στη τύχη ή κατ'επιλογήν-  και θα γίνω μόνιμη κάτοικος; Θα χτίσω καλύβα από κλαδιά πάνω σε δέντρο αψηλό να 'μαι και σίγουρη οτι δε θα γίνω βορά για τα άγρια θηρία. Θα σκάβω με τα χέρια μου για ρίζες όταν θα λείπουν οι καρποί και θα κυνηγώ βατράχια. Για νερό ούτε λόγος. Θα μαζεύω όταν βρέχει σε πέτρινες γούρνες που θα έχω σμιλέψει μόνη. Επίσης μπορώ να δοκιμάσω όλα τα γκουρμέ μεζεδάκια που απολαμβάνουν στις ανατολικές χώρες και εμείς τα αγνοούμε ουρλιάζοντας "Πάρε αυτό το σιχαμένο σκουλίκι-ακρίδα-σαρανταποδαρούσα  απ'τα μούτρα μου!!"  Το χειμώνα που θα παγώνει το σύμπαν δεν θα με πειράζει γιατί απ'την πολλή μου τη χαρά που παράτησα τη βρωμόπολη κι έφτιαξα τη ζωή μου δε θα με σκιάζει φοβέρα καμμιά. Θα με ξυπνούν το πρωί οι μπεκάτσες με το χαρωπό τραγούδι τους και την κουτσουλιά τους στο κούτελό μου (στην καλύτερη περίπτωση). Άσε που θα μάθω να ανάβω φωτιά τρίβοντας τέσσερις ώρες δυο πέτρες. Και μετά θα ανακαλύψω ξανά τον τροχό -με αντιολισθιτικό πέλμα αυτή τη φορά.

Σενάριο τρίτο: "Στα Μάταλα αδελφές μου, στα Μάταλα!"
   Πάντα ονειρευόμουν να πάω να μείνω στις χιλιοκατουρημένες από τους τουρίστες τρύπες των  Ματάλων. Άλλος αέρας βρε παιδί μου. Ν'αφήσω μαλλί (κεφαλή-μασχάλη-γάμπα) και να φορώ τρισχαριτωμένες λουλουδάτες βλακειούλες. Θα ζωγραφίζω στα μούτρα μου σήματα ειρήνης και στο μυαλό μου σήματα καπνού. Για φαΐ ούτε λόγος! Τίποτα κοπανιστό. Ενα 40ημερο το βγάζω, δεν το βγάζω; Μετά θα με εκθέτω σαν τουριστική ατραξιόν. Μουμιοποιημένη.

Σενάριο τέταρτο: "Κούλιναν! Πως σου φαίνεται;"
   Κομμένο κι άκοπο, ευπρόσδεκτο! Θα λύσω όλα μου τα οικονομικά προβλήματα. Και τα δικά σου άμα με πετύχεις στις καλές μου. Μόνο που -και τους δυό μας-  πρόλαβε αυτή! Τό'χτισε στο κασόνι που φοράει στο κεφάλι, το δένει με λουκέτο στο πόδι της κάθε βράδυ και κοιμάται τον ύπνο του δικαίου. Ωραία, θες να το αναλύσουμε; Πες πως φεύγω για Ν.Αφρική. Πες πως πάω και στα ορυχεία. Πες πως σκάβω στα ορυχεία μαζί με άλλους 47 ιδρωμένους. Στατιστικά οι πιθανότητες να βρω ένα ανάλογο στα επόμενα χρόνια είναι λίγες. Ελάχιστες. Μου το επιβεβαίωσε το SPSS πολλάκις. Και αυτοί οι δαίμονες ποτέ δεν λένε ψέμματα, στο λέω να το ξέρεις. Συνεπώς, μέχρι να  βρω κάτι τέτοιο θα έχει έρθει ο καιρός για αντιρευματικές κρέμες, παυσίπονα και καινούριο κατωμάσελο. Μηδενικό όφελος. Οπότε αν είναι να φάω τη ζωή μου σκάβοντας, πάω και σ'ένα συνεργείο του δήμου. Πιο πολλά θα βγάλω. Και χωρίς να κουνήσω το μικρό μου δαχτυλάκι.

Σενάριο πέμπτο: "Μετανάστις στη Γερμανία."
   Τα χαλάμε! Εδώ τα χαλάμε. Δεν μπορώ τη γλώσσα. Βάρβαρη γλώσσα. Δεν μπόρεσα ποτέ να προφέρω ούτε καν τα σημεία στίξης. Κάτι σαν αλλεργικό. Τίγκα στις φλούμπες. Ούτε το φαϊ τους. Λουκάνικα, παντού λουκάνικα. Ζάουερκράουτ, κνεντελ και καρτόφενπούπα. Μέχρι να τα προφέρω θα'χω ψοφήσει από την πείνα. Ενω άμα πεις "πατατοκεφτές", γεμίζει το στόμα σου βρε έλληνά μου! Μόνο στη μπύρα τα βρίσκουμε. Αλλά δε χαραμίζομαι στα μαύρα ξένα για μια ξανθιά. Και δεν ταιριάζει και στην ιδιοσυγκρασία μου κι ο Καζαντζίδης. Ούτε και το ψοφόκρυο. Κοκκινίζει η μύτη μου και νιώθω σαν το Ρούντολφ το ελαφάκι. ΜΕ τα κέρατα.

Σενάριο έκτο: "Επιστροφή στις ρίζες;"
   Εννοείς να αφήσω πίσω ο,τι έχω κάνει εδώ και να γυρίσω στο χωριό μου; Σ'εκείνο το ξεχασμένο χωραφάκι που είναι πλέον τίγκα στα αγριόχορτα; Και σ'εκείνο το μισογκρεμισμένο σπιτάκι του παππού; Καλή ιδέα. Μόνο που θα μου χρειαστούν ένας σκασμός λεφτά για να τα φέρω στα ίσα τους. Κι ένας σκασμός λεφτά για να πάρουν μπρος - δυό σκασμοί δηλαδή, όταν ο μοναδικός  σκασμός που επικρατεί είναι οτι ΔΕΝ υπάρχουν λεφτά. Τουλάχιστον δεν θα με δω να σκαλίζω κάδους. Αν δεν μου την πέσει η μουχρίτσα, ο δάκος και ο περονόσπορος. Θα βάλω και κοτούλες. Θαυμάσια. Θα εξασκηθώ και στην ανατομία που πέρασα με 9. Να δω τι πουλιά έπιασα. Και τι πουλιά θα βράζω. Ή θα κοκκινίζω με μακαρόνια και ανθότυρο. Έχετε γεια κι αμα σας βάλει ο δρόμος άντεστε να ψήσουμε μια όρνιθα.

Σενάριο έβδομο: "Ανταλλαγή υλικών!"
   Το άλλο με τον Τοτό το ξέρεις; Γιατί για να ανταλλάξεις θα πρέπει να έχεις. Κι αμα έχεις θα'ναι τόσο λίγο που δε θα θες να το ανταλλάξεις. Κι αν είναι πολύ θα το κρατάς καβάντζα. Εκτός αν πας στο χωριό σου ή στον κήπο της μεζονέτας σου (που φύτευες γκαζόν και κρυφούς φωτισμούς γιατί ήθελες να είσαι και γαμώ τις μούρες), οργώνεις, σπέρνεις, φυτεύεις, μαζεύεις και μετά κατεβαίνεις στην Χώρα με το ψάθινο πανέρι και το ανταλλάζεις με ένα τόπι ύφασμα. Μόνο έτσι το δέχομαι. Όσοι μείνουν στα οροφοδιαμερίσματα θα έχουν να ανταλλάξουν μόνο τα χρυσά του γάμου τους - όσα δεν έχουν φύγει στους σύγχρονους μαυραγορίτες για μισή μπομπότα. Βασική προϋπόθεση: Να έχεις ξεπληρώσει ή να μπορείς να ξεπληρώνεις το στεγαστικό σου. Διαφορετικά σε βλέπω στο έκτο σενάριο έλληνά μου. Μαζί με μένα. Και την όρνιθα.

Σενάριο όγδοο: "Εφτά νομά- σ'ένα δωμά-..."
   Μαζεύω γονέους, παππούδες και την αχώνευτη τη θεία την Καλλιόπη που μου τσάκιζε πάντα τα νεύρα μόνο με μια ματιά. Φέρνουν και τα ντιβάνια τους μαζί. Η Καλλιοπίτσα και το σκυλάκι της, το οποίο και ανέχομαι γιατί ίσως να χρησιμοποιηθεί αργότερα για ιερό σκοπό. Βάζουμε κάτω ό,τι έχουμε και κολατσίζουμε. Άμα έχουμε. Βάζουνε κάτω ο,τι έχουνε -αν τους έχουν αφήσει ίχνος σύνταξης και πληρώνουμε το ρεύμα. Αλλιώς λαδόλυχνος. Λέμε ιστορίες από ευτυχισμένες παλιές εποχές αφθονίας και αναστενάζουμε όλοι  μάζι σαν γάτες στα κεραμίδια. Ρίχνουμε και καμμιά διαφωνία καραμπινάτη λόγω τους χάσματος των γενεών. Και μετά από τόση κούραση, ύπνος. Βαθύς με παραμιλητά, ροχαλητά κι άλλους ευγενείς ήχους. Ανατριχίλα. Ούτε να το σκέφτομαι. Απορρίπτεται. Και το σκυλάκι της Καλλιοπίτσας μαζί.

Σενάριο ένατο και φαρμακερό: "Κάνε το κορόιδο λοιπόν!"
   Σωστά! Μπορώ να πάρω ποπ-κορν και να κάθομαι μπροστά στην οθόνη της ζωής μου βλέποντας τους άλλους να μου κάνουν κουμάντο στέλνοντάς με από ίσιο δρόμο στην καταστροφή. Θα σπάσω και τον κουμπαρά μου και θα πάρω ένα ακόμη μεγαλύτερο καναπέ, νομίζω πως ο παλιός μου δε με χωρά εδώ και καιρό. Ωραία. Δεν θα χρειαστεί να ξανασκεφτώ, απλά θα οδηγούμαι και θα καθοδηγούμαι. Γιούπι. Γι'αυτό πάλευα τόσα χρόνια να με χτίσω. Για να βάλω ένα δήμιο που θα με κόβει κομμάτι - κομμάτι, ταπεινώνοντάς με, εξαθλιώνοντας με και τελικά αναγκάζοντάς με να προσφερθώ στις αγορές τους έναντι ευτελούς ποσού - κι όπου πιάσω την καλύτερη τιμή. Κάποιος απάνθρωπος φιλάνθρωπος θα βρεθεί να μ'αγοράσει. Βάζοντάς μου barcode στη σκέψη και στη κρίση. Να ξέρουν πότε θα'χω ξεφύγει, έστω και τεμαχισμένη. Θα'μαι επικίνδυνη για τα σχέδιά τους όπως και να'χει.

   Άρχισε να αναμασά τα λόγια του και να βγάζει άναρθρους ήχους. Χαράματα. Πλησιάζει η ώρα. Δεν ανησυχώ. Εκείνο κατάκοπο θα πέσει για ύπνο κι εγώ θα πάψω να βασανίζομαι ή να λυτρώνομαι. Μέχρι την επόμενη φορά που θα ξαναξυπνήσει και θ'αρχίσει πάλι το βιολί του πετώντας μου  φαρμακερά σάλια μέσα στα μούτρα μου και εκθειάζοντας με αλλαζονεία τις εξυπνάδες του.
   Κοιμήσου μισητό μου σχιζοφρενικό κυτταράκι. Ίσως τελικά μόνο εσύ να ξέρεις την αλήθεια.

Photoshop Brush by GlassBullet - DeviantArt








Τετάρτη 26 Οκτωβρίου 2011

Δε σας φοβάμαι ρε...


    Απ'τις 5.30 το πρωί. Χτυπά επαναλαμβανόμενα, γιατί, πού να σηκωθώ με την πρώτη η γυναίκα. Εύκολο είναι; Βαράει και ξαναβαράει μέχρι που τα νεύρα μου γίνονται κορδέλες. Πάγια κατάσταση. Κάθε πρωί ή σχεδόν κάθε πρωί: Να σηκωθώ σαν άλλο νιογέννητο στραβό γατί και κουτουλώντας να κάνω ένα καφέ μήπως και καταφέρω κατά το ήμισυ να ζωηρέψω τα εγκεφαλικά μισοκαμμένα κυτταράκια μου. Συνήθως με τον καφέ θα προτιμήσω να ενημερωθώ διαδικτυακά ("μήπως ήρθε η συντέλεια όσο εγω κοιμόμουν;") και όχι τηλεοπτικά. Σχέση μίσους με το κονσερβοκούτι. Σχέση μίσους και με τους σαρδελλοπρωταγωνιστές του. Οπότε ρίχνω όλο το πακετάκι στην πυρά και ξεμπερδεύω.

'Εχω ένα μισάωρο μπροστά μου, ένα μισάωρο που το αφιερώνω πάντα στο πρωινό μου καφεδάκι. Ναι, όπως κι εσύ δεν μπορώ τα ζοριλίκια πρωί-πρωί. Ήρεμα πραγματα γιατί διαφορετικά φουσκώνει το ρέμα και τα παίρνει όλα αμπάριζα. Και δεν το σταματά και τίποτα. Μα τίποτα;

Τι λέγαμε; Ναι. Για το πολύτιμο μισάωρο! Εκείνο που μέχρι πρότινως το απολάμβανα - κυριολεκτικά. Μέχρι πρότινως, γιατί σαν κάτι ν'άλλαξε χρώμα τελευταία. Προς το σκούρο του. Το πολύ σκούρο του. Ανοίγω lap λοιπόν και ξεκινώ να ξεστραβώνομαι (δήθεν). Παντού τα ίδια.  Και κάθε μέρα τα ίδια. Οκ...ναι, έχεις δίκιο...με μικρές παραλλαγές που σχεδόν πάντα εχουν να κάνουν με τη μέτρηση του βάθους που θα μπει μια τεράστια αγριοχερούκλα στην τσέπη μου. Συνήθως στην κωλότσεπη, γιατί έτσι νιώθω σε κάθε εξαγγελία. Η μέρα της μαρμότας. Έχω φτάσει ν'αναρωτιέμαι πόσο βάθος έχει πια εκείνη η ρημάδα η τσέπη μου και γιατί η δικιά μου η χερούκλα ποτέ δεν φτάνει τόσο βαθιά. Καθημερινά.

Αφού λοιπόν πληροφορηθώ πόσα σαντιμέτρ θα μειωθεί το οικογενειακό μου μπάτζετ, αφού μπω στη διαδικασία της κακόμοιρης ξεπουπουλιασμένης μαργαρίτας (χρεωκοπούμε-δε χρεωκοπούμε-χρεωκοπούμε...), αφού αναλύσω Τρόικες, πρασινοκυβερνήσεις και ΔΝΤ μαζί με είκοσι διαφορετικές απόψεις επίδοξων οικονομολόγων και αφού  τα αποθηκεύσω όλα αυτά και άλλα μαζί στα όπισθεν του εγκεφάλου μου, σηκωνομαι λίγο βαρύτερη να ριχτώ στη βιοπάλη. Μη φανταστείς οτι είναι τίποτα σίγουρο η δουλειά μου, ανήκω κι εγω στους απλήρωτους συμβασιούχους. Συγκεκριμένα από τον Γενάρη του 11 έχω να βάλω μέσα στο σπίτι λεφτά. Αλλά δουλεύω. Από τις 7 και όσο πάρει. Μόνο εγώ δεν παίρνω. Και παίζει αν θα πάρω.

Με το που ξεκινάει η δουλειά, από το πρώτο δεκάλεπτο, η μόνιμη συζήτηση είναι το χάλι μας το μαύρο. Λεφτά, που θα βρούμε τα λεφτά, που δεν υπάρχουν λεφτά, τα λεφτά, λεφτά υπάρχουν, δε φτάνουν τα λεφτά, θέλουν λεφτά, λεφτά, λεφτά, λεφτά. Μας κατεστρεψαν, καταστραφήκαμε,θα μας καταστρέψουν, θα πεινάσουμε, πεινάμε, πεινούσαμε και θα ξαναπεινάσουμε. Που θα βρούμε δουλειά, δουλεύουμε αλλά δεν πληρωνόμαστε (τι μου λες τώρα...),δεν υπάρχουν δουλειές, υπάρχουν δουλειές αλλά πάνε χέρι με χέρι, μας δουλεύουνε, δουλευόμαστε γενικώς. Και μεσα στ'αυτιά μου μαζί με τον χτύπο της συστολικής πίεσης χτυπάνε ουσιαστικά και ρήματα. Τα ίδια που διάβαζα το πρωί, στο πιο λαϊκό τους. Όλα αυτά επί 15 -περίπου- φορές. Κανονική πλύση εγκεφάλου. Στο καυτό πρόγραμμα.

Γύρω στο μεσημέρι μαζεύω γάζες, πιεσόμετρα, οξύμετρα και τα κομμάτια μου και ανηφορίζω για μάθημα. Ναι, κάνω και μαθήματα. Γιατί όλα τα είχε η Μαριορή ήθελε και το φερετζέ. Δε βαρυγκομώ μικρέ μου φίλε, επιλογή μου ήταν και το καταδιασκεδάζω (πριν την εξεταστική). Νέος γύρος: Αλλαγή στον νόμο, μονα-ζυγά εξάμηνα, δεν υπάρχουν καθηγητές να καλύψουν τα μαθηματα, συγγράμματα με την μέθοδο της (παραπάνω) μαργαρίτας, πληρώσαμε και το πάσο μας. Ναι, το πληρώσαμε! Δεν χρειάστηκε να τρέξω για τραπεζικό δάνειο, αλλά, ναι, το πληρώσαμε. Κι όλα αυτά γιατι; Γιατί δεν υπάρχουν (τα λεφτά ντε!). Και να οι απεργίες και με το δίκιο τους. Και οι τσάμπα βενζίνες Μασταμπάς-ΤΕΙ-Μασταμπάς. Και οι ώρες οι χαμένες. Και να που εχω αρχίσει να τρέμω μήπως μου στερήσουν οι βλαμμένοι το εξάμηνο με τον βομβαρδισμό των περικοπών που εφαρμόζουν άρδην.

Μάθημα ή όχι μάθημα θα γυρίσω στη φωλίτσα μου (άγνωστη η ώρα επιστροφής). Κι επιτέλους θα δω και τον άντρα μου (ήηηηρωας για ποικίλους λόγους!!) που με ταΐζει  όλο αυτό το καιρό με τον -μισό- μισθό του. Δε λέω με ντύνει, θα ήμουν υπερβολική. Γιατί τα  ψώνια τα έχουμε ξεχασει.

Πριν την εισοδο της φωλίτσας, οδοφράγματα! Λογαριασμοί: ΔΕΗ, ΟΤΕ, τράπεζες, νερά και άλλα κερατιάτικα. Κεφαλικός φόρος. Πονοκέφαλος. Κόπηκε για άλλη μια φορά ένα ουχί αμελητέο ποσό απ'το 15νθήμερο. Πονοκέφαλος. Τι θένε αυτοί οι άχρηστοι να βυζάξουν από 'μας; Ημικρανία! Τι πληρώνουμε; Τόσα. Τι μένει; Τόσα λίγα. Ωραία, τι δε θα πληρώσουμε; Χα. Ετσι πάει.Γιατί κάποιος απ'όλους μας πρέπει να ζήσει. Και αυτός που θα ζήσει (όπως ζήσει) θα είναι η οικογένειά μου. Πάμε παρακάτω.

Τι άλλα έξοδα; Παιδιά δεν έχουμε, ενα γατί μονο γυρίζει ανάμεσα στα πόδια μας που δεν μπορώ να πω οτι μας ρημάζει τον προϋπολογισμό. Συνεπώς δεν το κόβω. Τα αυτοκίνητά μας παλιά, συνεπώς δάνεια τέτοιου είδους γιοκ - μόνο οτι χρειάζεται για τη συντήρησή τους και τα ρημάδια τα τέλη (ποτέ δεν κατάλαβα που πάνε αυτά τα λεφτά), ενοίκιο -δόξα σοι- δεν έχουμε, το έξω για διασκέδαση το εχουμε ξεχασει...α!! και πετρέλαιο δεν έχουμε! Πάει κι αυτό! Τέλος. Το τεπόζιτο κάνει αντίλαλο άμα του μιλήσω. Και δεν σκέφτομαι να το ταϊσω ακόμη. Μπααα! Και τα στραβά: φαϊ, κάνας γάμος (θα τους κόψουμε κι αυτούς) και ίσως κάποιο καφεδάκι στο χέρι όταν δεν θα την παλεύουμε όλη μέρα εκτός σπιτιού. Ημερομηνία λήξης: Δεκέμβριος 2011. Μετά θα είμαστε κι οι δύο άνεργοι. Πιθανόν και χωρίς το δικαίωμα επιδόματος από τον ΟΑΕΔ.

Sweet Home λοιπόν! Κάτι για φαγητό (όσο υπάρχει θα τρωμε, μετά θα κάνουμε εκείνη την πολυπόθητη δίαιτα που ποτέ δεν αρχίσαμε) και  να χαλαρώσω λίγο μεχρι να ξεραθώ στον ύπνο. Είπαμε, τηλεόραση γιοκ. Οπότε μένει το διαδίκτυο. Ωιμέ.

Ξανά μια από τα ίδια. Παραμύθια σε Διεθνείς Νομισματικές δόσεις, γκρίνια, ξεσκεπασμένες λαμογιές, τρεις το λάδι - τρεις το ξύδι, το καλάθι της νοικοκυράς είναι άδειο-μα το δικό τους των απλυτων τίγκα, πλεκτάνες, καναπέδες, αγανακτισμένοι, δήθεν αγανακτισμένοι, ξύλο, κουκουλοφόροι, πραγματικοί επαναστάτες και επαναστάτες-να'χαμε-να-λέγαμε, τι μας μένει, τι θα μας μείνει, τι δεν θα δώσουνε. Και κυρίως τι θα πάρουνε. Γιατί εδώ και κάτι χρόνια μας ζητάνε να τους δώσουμε. Γιατί -λέει- μαζί τα φάγαμε. Πότε ρε; Εγώ πάντως είμαι σταθερή και στα κιλά μου και στις καταθέσεις μου. Αύξηση : Null.-

Κλείνω το lap. Μάλλον με φασαρία γιατί γύρισε το στεφάνι μου και με κοίταξε απορημένο.

Ανιχνεύω που μπορεί να έχει κρυφτεί το χιούμορ μου. Τους βαριέμαι ώρες-ώρες και τώρα τελευταία όλο και πιο συχνά. Πολλές φορές πιστεύω πως όλο αυτό είναι ένα ψυχολογικό παιχνίδι πάνω στη καμπούρα μας. Ένα τεστ αντοχής ή εξαφάνισης. Βαριέμαι να τους ακούω μα και να τους βλέπω να ανατρέπουν τα πάντα με γεωμετρική πρόοδο και μαζί και τη ζωή μου. Βαριέμαι να με βάζουν στο τσουβάλι μαζί μ'εκείνους που θα φύγουν νύχτα. Βαριέμαι και τσατίζομαι.

Ανασύρω τις πληροφορίες μου και τις επεξεργάζομαι - θέλω, δε θέλω. Όμοιες πληροφορίες με εκείνες της προηγούμενης επεξεργασίας. Μονότονες και απειλητικές. Πληροφορίες που προέρχονται από ανάξιους ανθρώπους να εκπροσωπήσουν το είδος μας. Από ανθρώπους που γονάτισαν, θα γονατίσουν ή θα προσπαθήσουν να μας γονατίσουν. Δεν γίνεται αυτό μικρέ μου φίλε. Πάλεψα και παλεύω στη ζωή μου για τη ζωή μου. Για να έχω ζωή. Προσπάθησα και προσπαθώ κάτω από οποιαδήποτε συνθήκη με αξιοπρέπεια. Δεν έκανα ποτέ μεγάλη ζωή,μόνο ζωή έκανα. Δεν έχω να στερηθώ μαγικούς κόσμους. Μόνο που να... δε γίνεται να νιώθω σαν πρόβατο που οδηγείται στη σφαγή σα βλαμμένο. Όχι γιατί φοβάμαι τα μαχαίρια τους. Μα γιατί έχω να απολογηθώ στον εαυτό μου. Σ'αυτόν που μια ζωή πάλευε και τον πάλευα. Και δεν θα επιτρέψω και στους δυό μας να πέσουν. Νύχτωσε. Μολών λαβέ.

ShareThis

Related Posts Plugin for WordPress, Blogger...